Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2023

"Ο Αντώνης", από το Μαουτχάουζεν του Μ. Θεοδωράκη, χορωδιακό

                


 

                  

 

 

 

       Ο "Αντώνης", σε ποίηση Ιάκωβου Καμπανέλλη, μελοποιήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη το 1966 και περιλαμβάνεται στον κύκλο τραγουδιών, "Η μπαλλάντα του Μαουτχάουζεν. Εδώ, ερμηνεύεται από τη μικτή χορωδία του Δημοτικού Ωδείου Λάρισας.

 

Τα τέσσερα ποιήματα που αποτελούν τη "Μπαλάντα του Μαουτχάουζεν" βασίζονται σε γεγονότα που βίωσε ο συγγραφέας Ιάκωβος Καμπανέλλης - ως πολιτικός κρατούμενος - στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης  και τα οποία περιγράφει στο αφηγηματικό του έργο, "Μαουτχάουζεν". 

 

Το έργο αποτελεί μια μαρτυρία της ναζιστικής θηριωδίας, μια καταδίκη στη βία και στην αλλοφροσύνη του πολέμου, αλλά και έναν ύμνο στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και στον έρωτα, που μπορεί ν’ ανθίσει ακόμη και σε ένα εφιαλτικό περιβάλλον και να κρατήσει ζωντανή την ελπίδα για ζωή.

 

 


Εκεί στη σκάλα την πλατιά

στη σκάλα των δακρύων

στο Βίνερ Γκράμπεν το βαθύ

το λατομείο των θρήνων

 

Εβραίοι κι αντάρτες περπατούν

Εβραίοι κι αντάρτες πέφτουν,

βράχο στη ράχη κουβαλούν

βράχο σταυρό θανάτου.

 

Εκεί ο Αντώνης τη φωνή

φωνή, φωνή ακούει

ω καμαράντ, ω καμαράντ

βόηθα ν΄ ανέβω τη σκάλα.

 

Μα κει στη σκάλα την πλατιά

και των δακρύων τη σκάλα

τέτοια βοήθεια είναι βρισιά

τέτοια σπλαχνιά είν’ κατάρα.

 

Ο Εβραίος πέφτει στο σκαλί

και κοκκινίζει η σκάλα

κι εσύ λεβέντη μου έλα εδω

βράχο διπλό κουβάλα.

 

Παίρνω διπλό, παίρνω τριπλό

μένα με λένε Αντώνη

κι αν είσαι άντρας, έλα εδώ

στο μαρμαρένιο αλώνι.


                                   

                                          Η ιστορία του Αντώνη

 

      Να πώς παρουσιάζει ο ίδιος ο Ιάκωβος Καμπανέλλης, κρατούμενος και αυτός στο συγκεκριμένο στρατόπεδο, στο βιβλίο του, «Μαουτχάουζεν», την ιστορία του Έλληνα κρατούμενου Αντώνη: 

 

«Ηταν μετά το μεσημεριανό φαΐ. Οι Ες-Ες επικεφαλής των συνεργείων των τιμωρημένων είχανε ως εκείνη την ώρα «ξεκάνει» 17 Εβραίους και Ρώσους αιχμαλώτους πολέμου.

 

Μόλις κάποιος παραπατούσε τον σέρνανε στα συρματοπλέγματα του φράχτη. Εκεί ο Ες-Ες τον έχωνε ανάμεσα στο φράχτη και τον πυροβολούσε. Υστερα έγραφε σε ένα μπλοκ « Ο υπ’αρίθ. 137.566 κρατούμενος, αποπειραθείς να δραπετεύσει, εξετελέσθη επιτόπου».  Αυτή τη σημείωση την κρατούσε για την βραδυνή αναφορά. Εγραφε όμως άλλη μια και την καρφίτσωνε πάνω στον πεθαμένο  «Μόνο η πειθαρχία οδηγεί εις την ελευθερία». 

 

Σ’ένα ανέβασμα της σκάλας του λατομείου, ένας Εβραίος άρχισε να παραπατά. Ο Αντώνης του έκανε νόημα να πλησιάσει. Ο Εβραίος πλησίασε κι ο Αντώνης κράτησε το δικό του αγκωνάρι με το δεξιό και με τ’αριστερό σήκωσε το αγκωνάρι του Εβραίου.  Ομως αυτό έγινε στη μέση της σκάλας. Εμενε ακόμα πολύ ανέβασμα. Ο Ες-Ες τους είδε και τους χώρισε. Διέταξε τον Εβραίο να τρέξει. Αυτός  ανέβηκε λίγα σκαλοπάτια, ύστερα άφησε την πέτρα να πέσει και γονάτισε στο σκαλί.  Ο Ες-Ες πλησίασε και του είπε να ανοίξει το στόμα. Ο Εβραίος άνοιξε το στόμα. Ο Ες-Ες έβγαλε το περίστροφο, το έχωσε στο στόμα του Εβραίου και πυροβόλησε.

 

Υστερα γύρισε προς τον Αντώνη και στύλωσε τα μάτια επάνω του. Ο Αντώνης τον κύτταξε άφοβα. Υστερα πλησίασε τον νεκρό, φορτώθηκε και το δεύτερο αγκωνάρι και συνέχισε να ανεβαίνει την σκάλα. Ο Ες-Ες πάγωσε. Δεν είπε τίποτε. Δεν έκανε τίποτε. Οταν όμως ξαναγύρισαν στο λατομείο για να ξαναφορτωθούν αγκωνάρια φώναξε τον Αντώνη να πάει κοντά. Αρχισε να βολταρίζει σαν μανιακός ανάμεσα στις πέτρες και να ψάχνει. Βρήκε ένα γκωνάρι δπλό από τ’άλλα, τό’δειξε στον Αντώνη και του είπε ¨Αυτό είναι το δικό σου». Ο Αντώνης κύτταξε το αγκωνάρι, ύστερα τον Ες-Ες, ύστερα τα σκόρπια αγκωνάρια γύρω του. Ολοι οι άλλοι κάνανε πως δεν βλέπανε, πως δεν ακούγανε. Στο Μαουτχχάουζεν το ένας για όλους και όλοι για έναν, ήταν νόμος. Τρέμανε για το τι θα έβγαινε από τούτο το μπλέξιμο. Αυτός ο Ελληνας το πήγαινε φιρί-φιρί. Ο Ες-Ες είχε κι’όλας βγάλει το περίστροφό του από τν θήκη, τό’τριβε νευρικά στο πσντελόνι του και ετοιμάζονταν. Ο Αντώνης σταμάτησε μπροστά σ’ένα αγκωνάρι ακόμα πιο μεγάλο από εκείνο που του διάλεξε ο Ες-Ες.

 

«Αυτό είναι το δικό μου», είπε και το φορτώθηκε.

 

Σ’όλους τους δρόμους που κάνανε ως το βράδυ, ώσπου σήμανε η ώρα για μέσα ο Αντώνης διάλεγε και φορτωνόταν τα πιο βαριά αγκωνάρια.

 

Το ίδιο βράδυ το στρατόπεδο απ’άκρη σ’άκρη μίλαγε για τον Ελληνα τον Αντώνη. Τέτοια νέα αναταράζανε το Μαουτχάουζεν. Ηταν μια κρυφή διανομή ελευθερίας».



Η πύλη εισόδου στο κολαστήριο Μαουτχάουζεν στην Αυστρία
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου