Σαν σήμερα, η αδόκητη απώλεια του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, του ποιητή του κινηματογράφου. Έφυγε από τη ζωή, αδόκητα, στις 24 Ιανουαρίου 2012,
σε τροχαίο ατύχημα, στα γυρίσματα της ταινίας "Η άλλη θάλασσα, όπου θα ολοκλήρωνε το ταξίδι
στην ιστορία με το βλέμμα προς τη σύγχρονη Ελλάδα, μια χώρα σε κρίση.
Ζωγράφισε την
εικόνα της πατρίδας του, χωρίς εκπτώσεις και συμβιβασμούς, κόντρα στο
ρεύμα, μέσα από την αγωνιώδη προσωπική του ματιά.
Ήταν ο σκηνοθέτης που τόλμησε με την πρώτη του ταινία, την «Αναπαράσταση», τα δικά του αργά ποιητικά πλάνα, δίνοντας συγκλονιστικά το πορτρέτο της ελληνικής επαρχίας, σε άσπρο-μαύρο, ντυμένο με ηπειρώτικα μοιρολόγια.
Άλλοτε τον βασανίζει η νοσταλγία του Οδυσσέα -«Ταξίδι στα Κύθηρα»,
«Το βλέμμα του Οδυσσέα»- ενός σύγχρονου Οδυσσέα, που, επιστρέφοντας
στην πατρίδα του, βρίσκει έναν τόπο αλλοτριωμένο, έναν τόπο χαμένο για
πάντα.
Άλλοτε ζωντανεύει το μύθο των Ατρειδών -«Ο θίασος»- με τα παιχνίδια της εξουσίας, την προδοσία, την εκδίκηση, ανασταίνοντας, μέσα από το μύθο, την Ελλάδα της Αντίστασης και του Εμφυλίου, με ένα μοναδικό τρόπο. Ταινία που θεωρείται από τους κριτικούς μια από τις δέκα καλύτερες ταινίες του Παγκόσμιου Κινηματογράφου.
Άλλοτε συνδέει οδυνηρά το παρελθόν με το παρόν του Ελληνισμού -«Μεγαλέξανδρος»- ακουμπώντας πάνω σε στίχους του Σεφέρη.
Άλλοτε αγγίζει το φόβο του θανάτου -«Μια αιωνιότητα και μια μέρα»-
αλλά και τη λύτρωση μέσα από τη μνήμη και τη συνειδητοποίηση της
ουσιαστικής ομορφιάς της ζωής.
Άλλοτε ανατέμνει με πίκρα τη μοίρα των οραμάτων, που ξεψυχούν μέσα στο χρόνο, «Η σκόνη του χρόνου».
Ατέλειωτες εικόνες, ποιητικές, ντυμένες με τη μουσική της
Ελένης Καραϊνδρου, μουσική βαθιά ατμοσφαιρική, που έγινε ένα με τις
ταινίες του... Ένας κινηματογράφος, που κατάφερε να οδηγήσει το θεατή «ενώπιον ενωπίω» με την ελληνική
πραγματικότητα...
Οι συμβολισμοί του, που δεν ήταν πάντα προσιτοί-
αφορούν την ανθρώπινη περιπέτεια, την ατομική και τη
συλλογική. Ο ίδιος άλλωστε είπε, «οι ταινίες μου δεν είναι τίποτα άλλο
παρά μια καταγραφή της ανθρώπινης περιπέτειας μέσα στο χρόνο».
Το βλέμμα του πάνω στην ελληνική κοινωνία,
είναι βλέμμα αδυσώπητα σκληρό και γι’ αυτό οδυνηρό.
Η Ελλάδα όμως που αγάπησε, είναι αυτή που θα ζει για πάντα στα πέτρινα χωριατόσπιτα της Ηπείρου, στις χιονισμένες πλαγιές του Μπέλλες και του Πάικου, στις σχεδίες της θάλασσας για πρόσφυγες χωρίς πατρίδα, στα μετέωρα βήματα των αγωνιστών που ονειρεύτηκαν και πάλεψαν για έναν καλύτερο κόσμο, στις βάρκες με τις κόκκινες σημαίες που διασχίζουν τα ήρεμα νερά του ταραγμένου κόσμου, στ` αποκεφαλισμένα αγάλματα, που χάνονται αργά στον ορίζοντα άλλων θαλασσών....